Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κυνοραιστής
κυνορτικός
κυνός
Κυνόσαργες
κυνόσβατος
Κυνοσουρίς
κυνοσπάρακτος
κυνοῦχος
κυνόφρων
κύντερος
κυνυλαγμός
κυνώπης
κύον
κύπαιρος
κυπάρισσος
κύπασσις
κύπειρος
κύπελλον
Κύπρις
Κυπρογενής
Κύπρος
View word page
κυν-υλαγμός
κυν-υλαγμόςοῦorκυνύλαγμοςουm barking of dogsIl.dub. Stesich.

ShortDef

the howling of dogs

Debugging

Headword:
κυνυλαγμός
Headword (normalized):
κυνυλαγμός
Headword (normalized/stripped):
κυνυλαγμος
IDX:
23871
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-23872
Key:
κυνυλαγμός

Data

{'headword_display': '<b>κυν-υλαγμός</b>', 'content': '<NE><HG><HL>κυν-υλαγμός</HL><Infl>οῦ</Infl><BrVL><Lbl>or</Lbl><FmHL>κυνύλαγμος</FmHL><VInfl><FmInfl>ου</FmInfl></VInfl></BrVL><PS>m</PS></HG> <nS1><Tr>barking of dogs</Tr><Au>Il.<LblR>dub.</LblR> Stesich.</Au></nS1></NE>', 'key': 'κυνυλαγμός'}