Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κυκλοσοβέω
κυκλοτερής
κυκλοφορίᾱ
κυκλόω
κύκλωμα
κύκλωσις
κυκλωτός
κύκλωψ
Κύκλωψ
κύκνειον
κυκνόμορφος
κυκνόπτερος
κύκνος
Κύκνος
κυκόων
κυλικεῖον
κυλινδέω
κυλίνδησις
κύλινδρος
κυλίνδω
κύλιξ
View word page
κυκνό-μορφος
κυκνό-μορφοςονadjμορφή of each of the Graiaihaving the appearance of a swanwith swan-white hairA.

ShortDef

swan-shaped

Debugging

Headword:
κυκνόμορφος
Headword (normalized):
κυκνόμορφος
Headword (normalized/stripped):
κυκνομορφος
IDX:
23785
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-23786
Key:
κυκνόμορφος

Data

{'headword_display': '<b>κυκνό-μορφος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>κυκνό-μορφος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>μορφή</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of each of the Graiai</Indic><Def>having the appearance of a swan</Def><Tr>with swan-white hair</Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>', 'key': 'κυκνόμορφος'}