Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀείρυτος
ἀείρω
ἀείς
ἄεισα
ἄεισι
ἄεισμα
ἀείσομαι
ᾱ̓είφρουρος
ἀειφυγίᾱ
ἀεκαζόμενος
ἀεκήλιος
ἀέκητι
ἀεκούσιος
ἀέκων
ᾱ̓έλιος
ἄελλα
ἀελλαῖος
ἀελλάς
ἀελλοδρόμᾱς
ἀελλόπος
ἀελπής
View word page
ἀεκήλιος
ἀεκήλιοςep.Ion.adjseeᾀκέλιος

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀεκήλιος
Headword (normalized):
ἀεκήλιος
Headword (normalized/stripped):
αεκηλιος
IDX:
2373
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-2374
Key:
ἀεκήλιος

Data

{'headword_display': '<b>ἀεκήλιος</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ἀεκήλιος</HL><PS>ep.Ion.adj</PS></HG><XR>see<Ref>ᾀκέλιος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἀεκήλιος'}