Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κυβερνήτης
κυβερνητικός
κυβευτής
κυβευτικός
κυβεύω
Κυβήβη
κυβικός
κυβιστάω
κυβιστητήρ
κύβος
κυδάζομαι
κῡδαίνω
κῡδάλιμος
κῡδάνω
κῡδιάνειρα
κῡδιάω
κῡ́διμος
κῡ́διστος
κυδοιδοπάω
κυδοιμέω
κυδοιμός
View word page
κυδάζομαι
κυδάζομαιmid.vbep.2sg.aor.
ἐκυδάσσαο
insult, revilesomeoneAR.pass.be reviledw.dat.by peopleS.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κυδάζομαι
Headword (normalized):
κυδάζομαι
Headword (normalized/stripped):
κυδαζομαι
IDX:
23733
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-23734
Key:
κυδάζομαι

Data

{'headword_display': '<b>κυδάζομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>κυδάζομαι</HL><PS>mid.vb</PS><FG><Tns><Lbl>ep.2sg.aor.</Lbl><Form>ἐκυδάσσαο</Form></Tns></FG></vHG> <vS1> <Tr>insult, revile</Tr><Obj>someone<Au>AR.</Au></Obj><vSGrm><GLbl>pass.</GLbl><Def>be reviled</Def><Cmpl><GLbl>w.dat.</GLbl>by people<Au>S.</Au></Cmpl></vSGrm> </vS1> </VE>', 'key': 'κυδάζομαι'}