Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κυανοπλόκαμος
κυανόπλοκος
κυανόπρῳρος
κυανόπτερος
κύανος
κυανόστολος
κυανοῦς
κυάνοφρυς
κῡανοχαίτης
κυανοχίτων
κυανόχροος
κυανῶπις
κύβδα
κυβείᾱ
κυβεῖον
Κυβέλη
κυβερνάω
κυβερνήσια
κυβέρνησις
κυβερνητήρ
κυβερνητήριος
View word page
κυανό-χροος
κυανό-χροοςονadj alsoκυανόχρωςωνgen.ωτοςadjχρώς of waves, the sea-beddark-huedE. Arist.quot.of hairE.

ShortDef

dark in hue

Debugging

Headword:
κυανόχροος
Headword (normalized):
κυανόχροος
Headword (normalized/stripped):
κυανοχροος
IDX:
23712
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-23713
Key:
κυανόχροος

Data

{'headword_display': '<b>κυανό-χροος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>κυανό-χροος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS> <HG2><Lbl>also</Lbl><HL2>κυανόχρως</HL2><Infl>ων</Infl><VInfl><Lbl>gen.</Lbl><FmInfl>ωτος</FmInfl></VInfl><PS>adj</PS><Ety><Ref>χρώς</Ref></Ety></HG2></HG> <aS1><Indic>of waves, the sea-bed</Indic><Tr>dark-hued</Tr><Au>E. Arist.<LblR>quot.</LblR></Au><aS2><Indic>of hair</Indic><Au>E.</Au></aS2></aS1></AE>', 'key': 'κυανόχροος'}