Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κρῡμός
κρυόεις
κρύος
κρυπτάδιος
κρυπτείᾱ
κρυπτεύω
κρυπτήριον
κρυπτός
κρύπτω
κρυστάλλινος
κρυσταλλόπηκτος
κρυσταλλοπήξ
κρύσταλλος
κρυφᾷ
κρύφα
κρυφαῖος
κρυφείς
κρυφῇ
κρυφηδόν
κρύφιος
κρυφός
View word page
κρυσταλλό-πηκτος
κρυσταλλό-πηκτοςονadjπηκτός of windsfreezing, icyE.

ShortDef

congealed to ice, frozen

Debugging

Headword:
κρυσταλλόπηκτος
Headword (normalized):
κρυσταλλόπηκτος
Headword (normalized/stripped):
κρυσταλλοπηκτος
IDX:
23626
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-23627
Key:
κρυσταλλόπηκτος

Data

{'headword_display': '<b>κρυσταλλό-πηκτος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>κρυσταλλό-πηκτος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>πηκτός</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of winds</Indic><Tr>freezing, icy</Tr><Au>E.</Au></aS1></AE>', 'key': 'κρυσταλλόπηκτος'}