Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κρυερός
κρῡμός
κρυόεις
κρύος
κρυπτάδιος
κρυπτείᾱ
κρυπτεύω
κρυπτήριον
κρυπτός
κρύπτω
κρυστάλλινος
κρυσταλλόπηκτος
κρυσταλλοπήξ
κρύσταλλος
κρυφᾷ
κρύφα
κρυφαῖος
κρυφείς
κρυφῇ
κρυφηδόν
κρύφιος
View word page
κρυστάλλινος
κρυστάλλινοςη ονadjκρύσταλλος of writing-tabletsmade from rock-crystalPlu.

ShortDef

of crystal, crystalline

Debugging

Headword:
κρυστάλλινος
Headword (normalized):
κρυστάλλινος
Headword (normalized/stripped):
κρυσταλλινος
IDX:
23625
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-23626
Key:
κρυστάλλινος

Data

{'headword_display': '<b>κρυστάλλινος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>κρυστάλλινος</HL><Infl>η ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>κρύσταλλος</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of writing-tablets</Indic><Tr>made from rock-crystal</Tr><Au>Plu.</Au></aS1></AE>', 'key': 'κρυστάλλινος'}