Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀειζώων
ἀειθαλής
ἀεικείη
ἀεικέλιος
ἀεικής
ἀεικίζω
ἀεικῑ́νητος
ἀεικοίμᾱτος
ἀειλογίᾱ
ἀείμνηστος
ἀείνως
ἀείπλανος
ἀείρυτος
ἀείρω
ἀείς
ἄεισα
ἄεισι
ἄεισμα
ἀείσομαι
ᾱ̓είφρουρος
ἀειφυγίᾱ
View word page
ἀείνως
ἀείνωςAtt.adjseeᾱ̓έναος

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀείνως
Headword (normalized):
ἀείνως
Headword (normalized/stripped):
αεινως
IDX:
2361
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-2362
Key:
ἀείνως

Data

{'headword_display': '<b>ἀείνως</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ἀείνως</HL><PS>Att.adj</PS></HG><XR>see<Ref>ᾱ̓έναος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἀείνως'}