Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κρόταλον
κρόταφος
κροτέω
κρότημα
κροτησμός
κροτητός
κρότος
κροτών
κροῦμα
κρουνός
κρουνοχυτροληραῖον
κρούνωμα
κρουσιδημέω
κροῦσις
κρουσματικός
κρουστικός
κρουφάδᾱν
κρούω
κρύβδα
κρύβδην
κρυερός
View word page
κρουνο-χυτρο-ληραῖον
κρουνο-χυτρο-ληραῖονουnχύτροςλῆρος ref. to a person, app. a teetotallerstreaming bucket of nonsenseAr.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κρουνοχυτροληραῖον
Headword (normalized):
κρουνοχυτροληραῖον
Headword (normalized/stripped):
κρουνοχυτροληραιον
IDX:
23605
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-23606
Key:
κρουνοχυτροληραῖον

Data

{'headword_display': '<b>κρουνο-χυτρο-ληραῖον</b>', 'content': '<NE><HG><HL>κρουνο-χυτρο-ληραῖον</HL><Infl>ου</Infl><PS>n</PS><Ety><Ref>χύτρος</Ref><Ref>λῆρος</Ref></Ety></HG> <nS1><Indic>ref. to a person, app. a teetotaller</Indic><Tr>streaming bucket of nonsense</Tr><Au>Ar.</Au></nS1></NE>', 'key': 'κρουνοχυτροληραῖον'}