Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀποπρῑ́ω
ἄποπρο
ἀποπροαιρέω
ἀποπροβάλλω
ἀποπροέηκε
ἀπόπροθεν
ἀπόπροθι
ἀποπροθρῴσκω
ἀποπροΐημι
ἀποπρολείπω
ἀποπροτέμνω
ἀποπτοέομαι
ἀπόπτολις
ἄποπτος
ἀπόπτυστος
ἀποπτῡ́ω
ἀπόπτωμα
ἀποπῡδαρίζω
ἀποπυνθάνομαι
ἀποπῡτίζω
ἀποργίζομαι
View word page
ἀπο-προτέμνω
ἀποπροτέμνωvbIon.aor.2 ptcpl.
ἀποπροταμών
slice offw.partitv.gen.a portion fr. a pig's backboneOd.

ShortDef

to cut off from

Debugging

Headword:
ἀποπροτέμνω
Headword (normalized):
ἀποπροτέμνω
Headword (normalized/stripped):
αποπροτεμνω
IDX:
235
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-236
Key:
ἀποπροτέμνω

Data

{'headword_display': '<b>ἀπο-προτέμνω</b>', 'content': "<VE><vHG><HL>ἀπο<hyph/>προτέμνω</HL><PS>vb</PS><FG><Tns><Lbl>Ion.aor.2 ptcpl.</Lbl><Form>ἀποπροταμών</Form></Tns></FG></vHG> <vS1> <Tr>slice off</Tr><Cmpl><GLbl>w.partitv.gen.</GLbl>a portion fr. a pig's backbone<Au>Od.</Au></Cmpl> </vS1> </VE>", 'key': 'ἀποπροτέμνω'}