Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κοσμοποιίᾱ
κοσμόπολις
κόσμος
κόσος
κόσσυφος
κοταίνω
κότε
κότερος
κοτέω
κοτήεις
κοτινηφόρος
κότινος
κοτινοτράγος
κότος
κοττάβεια
κοτταβίζω
κότταβος
κοτύλη
κοτυληδών
κοτυλήρυτος
κοτυλίσκιον
View word page
κοτινη-φόρος
κοτινη-φόροςονadjκότινοςφέρω of the R. Alpheiosbearing wild olivesfr. Olympia, where they were used for victory-garlandsMosch.

ShortDef

producing wild olive-trees

Debugging

Headword:
κοτινηφόρος
Headword (normalized):
κοτινηφόρος
Headword (normalized/stripped):
κοτινηφορος
IDX:
23339
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-23340
Key:
κοτινηφόρος

Data

{'headword_display': '<b>κοτινη-φόρος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>κοτινη-φόρος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>κότινος</Ref><Ref>φέρω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of the R. Alpheios</Indic><Tr>bearing wild olives<Expl>fr. Olympia, where they were used for victory-garlands</Expl></Tr><Au>Mosch.</Au></aS1></AE>', 'key': 'κοτινηφόρος'}