Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
κομιστέος
κομιστήρ
κομιστής
κόμιστρα
κομιῶ
κόμμα
κόμμι
κομμός
κομμωτικός
κομμώτρια
κομόωντες
κομπάζω
Κομπασεύς
κομπάσματα
κομπασμός
κομπαστής
κομπέω
κομπολᾱκέω
κομπολᾱκύθης
κομπός
κόμπος
View word page
κομόωντες
κομόωντες
ep.masc.nom.pl.ptcpl.
κομόωντι
dial.3pl.
see
κομάω
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
κομόωντες
Headword (normalized):
κομόωντες
Headword (normalized/stripped):
κομοωντες
IDX:
23192
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-23193
Key:
κομόωντες
Data
{'headword_display': '<b>κομόωντες</b>', 'content': '<XE><RefFm>κομόωντες<LblR>ep.masc.nom.pl.ptcpl.</LblR></RefFm><RefFm>κομόωντι<LblR>dial.3pl.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>κομάω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'κομόωντες'}