Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κολυμβητής
κολυμβητικός
κολυμβίς
Κόλχοι
κολῳάω
κολῶμαι
κολώνη
κολωνίᾱ
κολωνός
Κολωνός
κολῳός
κόμᾱ
κόμαρος
κομαροφάγος
κομάω
κομέω
κόμη
κομήτης
κομιδή
κομιδῇ
κομίζω
View word page
κολῳός
κολῳόςοῦmκολῳάω clamour, uproarof argument and bickeringIl. AR.of warriors shoutingAR.

ShortDef

a brawling, wrangling

Debugging

Headword:
κολῳός
Headword (normalized):
κολῳός
Headword (normalized/stripped):
κολωος
IDX:
23170
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-23171
Key:
κολῳός

Data

{'headword_display': '<b>κολῳός</b>', 'content': '<NE><HG><HL>κολῳός</HL><Infl>οῦ</Infl><PS>m</PS><Ety><Ref>κολῳάω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>clamour, uproar<Expl>of argument and bickering</Expl></Tr><Au>Il. AR.</Au><nS2><Indic>of warriors shouting</Indic><Au>AR.</Au></nS2></nS1></NE>', 'key': 'κολῳός'}