Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κόλουσις
κολούω
κολοφών
κολπίᾱς
κόλπος
κολπόω
κολπώδης
κόλπωμα
κολυμβάς
κολυμβάω
κολυμβήθρᾱ
κολυμβητήρ
κολυμβητής
κολυμβητικός
κολυμβίς
Κόλχοι
κολῳάω
κολῶμαι
κολώνη
κολωνίᾱ
κολωνός
View word page
κολυμβήθρᾱ
κολυμβήθρᾱᾱςf pool for divingbathing poolPl. NT. Plu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κολυμβήθρᾱ
Headword (normalized):
κολυμβήθρᾱ
Headword (normalized/stripped):
κολυμβηθρα
IDX:
23158
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-23159
Key:
κολυμβήθρᾱ

Data

{'headword_display': '<b>κολυμβήθρᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>κολυμβήθρᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Def>pool for diving</Def><Tr>bathing pool</Tr><Au>Pl. NT. Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'κολυμβήθρᾱ'}