Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κόλλα
κόλλαβος
κολλάω
κολλήεις
κόλλησις
κολλητός
κολλῑκοφάγος
κόλλῑξ
κολλομελέω
κόλλοψ
κολλυβιστής
κόλλυβος
κολλῡ́ρᾱ
κολλώδης
κολοβός
κολοβότης
κολοβόω
κολόβωμα
κολοίαρχος
κολοιός
κολόκῡμα
View word page
κολλυβιστής
κολλυβιστήςοῦmκόλλυβος money-changerNT.

ShortDef

a small money-changer

Debugging

Headword:
κολλυβιστής
Headword (normalized):
κολλυβιστής
Headword (normalized/stripped):
κολλυβιστης
IDX:
23130
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-23131
Key:
κολλυβιστής

Data

{'headword_display': '<b>κολλυβιστής</b>', 'content': '<NE><HG><HL>κολλυβιστής</HL><Infl>οῦ</Infl><PS>m</PS><Ety><Ref>κόλλυβος</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>money-changer</Tr><Au>NT.</Au></nS1></NE>', 'key': 'κολλυβιστής'}