Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κοιτάζομαι
κοιταῖος
κοίτη
κοιτίς
κοῖτος
κοιτών
κόκκινος
κόκκος
κόκκῡ
κοκκύζω
κοκκύμηλον
κόκκῡξ
κολάζω
κολακείᾱ
κολάκευμα
κολακευτικός
κολακεύω
κολακικός
κόλαξ
κόλασις
κόλασμα
View word page
κοκκύ-μηλον
κοκκύμηλονουnκόκκῡξ or κόκκοςμῆλον2 plumHippon.

ShortDef

plum

Debugging

Headword:
κοκκύμηλον
Headword (normalized):
κοκκύμηλον
Headword (normalized/stripped):
κοκκυμηλον
IDX:
23101
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-23102
Key:
κοκκύμηλον

Data

{'headword_display': '<b>κοκκύ-μηλον</b>', 'content': '<NE><HG><HL>κοκκύ<hyph/>μηλον</HL><Infl>ου</Infl><PS>n</PS><Ety><Ref>κόκκῡξ</Ref> or <Ref>κόκκος</Ref><Ref>μῆλον<Hm>2</Hm></Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>plum</Tr><Au>Hippon.</Au></nS1></NE>', 'key': 'κοκκύμηλον'}