Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κλοπός
κλοτοπεύω
κλύδων
κλυδωνίζομαι
κλυδώνιον
κλύζω
κλῦθι
κλύμενος
κλυσιδρομάς
κλύσμα
κλυστήρ
Κλυταιμήστρᾱ̄
κλῦτε
κλυτοεργός
κλυτόκαρπος
κλυτόμαντις
κλυτόμητις
κλυτόπωλος
κλυτός
κλυτοτέχνης
κλυτότοξος
View word page
κλυστήρ
κλυστήρῆροςm enema syringeused in embalmingHdt.

ShortDef

a clyster-pipe, syringe

Debugging

Headword:
κλυστήρ
Headword (normalized):
κλυστήρ
Headword (normalized/stripped):
κλυστηρ
IDX:
22933
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-22934
Key:
κλυστήρ

Data

{'headword_display': '<b>κλυστήρ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>κλυστήρ</HL><Infl>ῆρος</Infl><PS>m</PS></HG> <nS1><Tr>enema syringe<Expl>used in embalming</Expl></Tr><Au>Hdt.</Au></nS1></NE>', 'key': 'κλυστήρ'}