Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κλῄζω
κληθήσομαι
κλήθρη
κλῇθρον
κληίζω
κλήιθρον
κληῑ́ς
κληϊστός
κληίω
κλῆμα
κλημάτινος
κληματίς
κληματόομαι
κληρονομέω
κληρονομίᾱ
κληρονόμος
κληροπαλής
κλῆρος
κληρουχέω
κληρουχίᾱ
κληρουχικός
View word page
κλημάτινος
κλημάτινοςη ονadj of a fireof vine-branchesThgn.

ShortDef

of vine-twigs

Debugging

Headword:
κλημάτινος
Headword (normalized):
κλημάτινος
Headword (normalized/stripped):
κληματινος
IDX:
22855
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-22856
Key:
κλημάτινος

Data

{'headword_display': '<b>κλημάτινος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>κλημάτινος</HL><Infl>η ον</Infl><PS>adj</PS></HG> <aS1><Indic>of a fire</Indic><Tr>of vine-branches</Tr><Au>Thgn.</Au></aS1></AE>', 'key': 'κλημάτινος'}