Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κίσσα
κισσήρης
κίσσινος
Κίσσιος
κισσοδαής
κισσοκόμης
κισσός
κισσοφόρος
κισσοχαίτᾱς
κισσόω
κισσύβιον
κίστη
κιστίς
κιστοφόρος
κίταρις
κίττα
κιττάω
κιττός
κιχᾱ́νω
κίχλη
κιχλίζω
View word page
κισσύβιον
κισσύβιονουnreltd. κισσός by pop.etym. drinking-bowlOd. Call. Theoc.

ShortDef

a rustic drinking-cup

Debugging

Headword:
κισσύβιον
Headword (normalized):
κισσύβιον
Headword (normalized/stripped):
κισσυβιον
IDX:
22759
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-22760
Key:
κισσύβιον

Data

{'headword_display': '<b>κισσύβιον</b>', 'content': '<NE><HG><HL>κισσύβιον</HL><Infl>ου</Infl><PS>n</PS><Ety>reltd. <Ref>κισσός</Ref> by pop.etym.</Ety></HG> <nS1><Tr>drinking-bowl</Tr><Au>Od. Call. Theoc.</Au></nS1></NE>', 'key': 'κισσύβιον'}