Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κηρεσσιφόρητος
κήρινος
κηρίον
κηριτρεφής
κηρόδετος
κηροειδής
κηρόθι
κηροπλάστης
κηρόπλαστος
κηρός
κηροχυτέω
κήρυγμα
κηρῡ́καινα
κηρῡκείᾱ
κηρῡ́κειον
κηρῡ́κευμα
κηρῡκεύω
κηρῡκικός
κηρύλος
κῆρυξ
κηρύσσω
View word page
κηρο-χυτέω
κηροχυτέωcontr.vbχυτός melt and cast waxmouldobjectsin waxAr.

ShortDef

to make waxen cells

Debugging

Headword:
κηροχυτέω
Headword (normalized):
κηροχυτέω
Headword (normalized/stripped):
κηροχυτεω
IDX:
22640
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-22641
Key:
κηροχυτέω

Data

{'headword_display': '<b>κηρο-χυτέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>κηρο<hyph/>χυτέω</HL><PS>contr.vb</PS><Ety><Ref>χυτός</Ref></Ety></vHG> <vS1> <Def>melt and cast wax</Def><vS2><Tr>mould<Prnth>objects</Prnth>in wax</Tr><Au>Ar.</Au></vS2> </vS1> </VE>', 'key': 'κηροχυτέω'}