Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

Κέρκωψ
κέρμα
κερματίζω
κερμάτιον
κερματιστής
κέρνᾱμι
κεροβάτᾱς
κερόδετος
κερόεις
κεροπλάστης
κεροτυπέω
κερουλκός
κερουτιάω
κερουχίς
κεροφόρος
κερόωντο
κέρσα
κερτομέω
κερτόμησις
κερτομίη
κέρτομος
View word page
κεροτυπέω
κεροτυπέωcontr.vbτύπτω butt with the hornspass.fig., of shipsbe buffetedw.dat.by a tempestA.

ShortDef

to butt with the horns

Debugging

Headword:
κεροτυπέω
Headword (normalized):
κεροτυπέω
Headword (normalized/stripped):
κεροτυπεω
IDX:
22525
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-22526
Key:
κεροτυπέω

Data

{'headword_display': '<b>κεροτυπέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>κεροτυπέω</HL><PS>contr.vb</PS><Ety><Ref>τύπτω</Ref></Ety></vHG> <vS1> <Def>butt with the horns</Def><vSGrm><GLbl>pass.</GLbl><Indic>fig., of ships</Indic><Def>be buffeted</Def><Cmpl><GLbl>w.dat.</GLbl>by a tempest<Au>A.</Au></Cmpl></vSGrm> </vS1> </VE>', 'key': 'κεροτυπέω'}