Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κελαδέω
κελάδημα
κελαδῆτις
κέλαδος
κελάδων
κελαινεγχής
κελαινεφής
κελαινόβρωτος
κελαινόομαι
κελαινός
κελαινοφαής
κελαινόφρων
κελαινόχρως
κελαινόχρωτος
κελαινώψ
κελαρύζω
κελέβη
κελέοντες
κελευθοποιός
κέλευθος
κέλευσμα
View word page
κελαινο-φαής
κελαινοφαήςέςadjφάος of the gloom of nightdark-gleamingAr.mock-trag.

ShortDef

black-gleaming

Debugging

Headword:
κελαινοφαής
Headword (normalized):
κελαινοφαής
Headword (normalized/stripped):
κελαινοφαης
IDX:
22378
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-22379
Key:
κελαινοφαής

Data

{'headword_display': '<b>κελαινο-φαής</b>', 'content': '<AE><HG><HL>κελαινο<hyph/>φαής</HL><Infl>ές</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>φάος</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of the gloom of night</Indic><Tr>dark-gleaming</Tr><Au>Ar.<LblR>mock-trag.</LblR></Au></aS1></AE>', 'key': 'κελαινοφαής'}