Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κέκρικα
Κέκροψ
κέκρυμμαι
κεκρύφαλος
κεκρύφαται
κέκτημαι
κέκυθον
κελαδεινός
κελαδέω
κελάδημα
κελαδῆτις
κέλαδος
κελάδων
κελαινεγχής
κελαινεφής
κελαινόβρωτος
κελαινόομαι
κελαινός
κελαινοφαής
κελαινόφρων
κελαινόχρως
View word page
κελαδῆτις
κελαδῆτιςιδοςfem.adj of a voiceresoundingin songPi.

ShortDef

loud-sounding

Debugging

Headword:
κελαδῆτις
Headword (normalized):
κελαδῆτις
Headword (normalized/stripped):
κελαδητις
IDX:
22370
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-22371
Key:
κελαδῆτις

Data

{'headword_display': '<b>κελαδῆτις</b>', 'content': '<AE><HG><HL>κελαδῆτις</HL><Infl>ιδος</Infl><PS>fem.adj</PS></HG> <aS1><Indic>of a voice</Indic><Tr>resounding<Expl>in song</Expl></Tr><Au>Pi.</Au></aS1></AE>', 'key': 'κελαδῆτις'}