Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

καυνάκης
Καῦνος
καυσίᾱ
καύσιμος
καῦσις
καῦσος
καύστειρα
καυστός
Καΰστριος
καύσω
καύσων
καυτήρ
καυτός
καυχάομαι
καύχη
καύχημα
Κᾱφῑσός
καχάζω
καχασμός
καχεκτέω
καχέκτης
View word page
καύσων
καύσωνωνοςmκαίω burning heatof the sunNT.

ShortDef

burning heat

Debugging

Headword:
καύσων
Headword (normalized):
καύσων
Headword (normalized/stripped):
καυσων
IDX:
22265
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-22266
Key:
καύσων

Data

{'headword_display': '<b>καύσων</b>', 'content': '<NE><HG><HL>καύσων</HL><Infl>ωνος</Infl><PS>m</PS><Ety><Ref>καίω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>burning heat<Expl>of the sun</Expl></Tr><Au>NT.</Au></nS1></NE>', 'key': 'καύσων'}