Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
κατυβρίζω
κάτω
κάτωθεν
κατωθέω
κατωκάρᾱ
κατωμάδιος
κατωμαδόν
κατωμοσίη
κατωμόχᾱνος
κατωνάκη
κατωνόσθην
κατῶρυξ
κατώτατα
κατώτερος
κατωφαγᾶς
κατωφερής
καυάξαις
καύης
Καύκασος
καυλός
καῦμα
View word page
κατωνόσθην
κατωνόσθην
aor.pass.
see
κατόνομαι
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
κατωνόσθην
Headword (normalized):
κατωνόσθην
Headword (normalized/stripped):
κατωνοσθην
IDX:
22243
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-22244
Key:
κατωνόσθην
Data
{'headword_display': '<b>κατωνόσθην</b>', 'content': '<XE><RefFm>κατωνόσθην<LblR>aor.pass.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>κατόνομαι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'κατωνόσθην'}