Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

καττά
καττάνυσαν
καττίτερος
κάττῡμα
καττῡ́ω
καττῶ
κατυβρίζω
κάτω
κάτωθεν
κατωθέω
κατωκάρᾱ
κατωμάδιος
κατωμαδόν
κατωμοσίη
κατωμόχᾱνος
κατωνάκη
κατωνόσθην
κατῶρυξ
κατώτατα
κατώτερος
κατωφαγᾶς
View word page
κατω-κάρᾱ
κατωκάρᾱadv with head downupside-downref. to being hungPi.fr. Ar.head-firstref. to being thrownAr.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κατωκάρᾱ
Headword (normalized):
κατωκάρᾱ
Headword (normalized/stripped):
κατωκαρα
IDX:
22237
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-22238
Key:
κατωκάρᾱ

Data

{'headword_display': '<b>κατω-κάρᾱ</b>', 'content': '<AdvE><vHG><HL>κατω<hyph/>κάρᾱ</HL><PS>adv</PS></vHG> <advS1><Def>with head down</Def><Tr>upside-down</Tr><Cmpl>ref. to being hung<Au>Pi.<Wk>fr.</Wk> Ar.</Au></Cmpl><advS2><Tr>head-first</Tr><Cmpl>ref. to being thrown<Au>Ar.</Au></Cmpl></advS2></advS1></AdvE>', 'key': 'κατωκάρᾱ'}