Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
κατερρύην
κατέρρωγα
κατερῡκάνω
κατερῡ́κω
κατερύω
κατέρχομαι
κατερῶ
κατέσβεσα
κατεσθίω
κατέσκληκα
κάτεσσα
κατέσσυτο
κατεστεώς
κατέστρωσα
κατεστυμμένος
κατέσχεθον
κατέτραγον
κατεύγματα
κατευδοκέω
κατεύδω
κατευημερέω
View word page
κάτεσσα
κάτεσσα
Aeol.aor.
see
καθίζω
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
κάτεσσα
Headword (normalized):
κάτεσσα
Headword (normalized/stripped):
κατεσσα
IDX:
22077
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-22078
Key:
κάτεσσα
Data
{'headword_display': '<b>κάτεσσα</b>', 'content': '<XE><RefFm>κάτεσσα<LblR>Aeol.aor.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>καθίζω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'κάτεσσα'}