Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κατατρέχω
κατατριᾱκοντουτίζω
κατατρῑ́βω
κατατρῡ́ομαι
κατατρῡ́χω
κατατρώγω
κατατρωματίζω
κατατυγχάνω
καταυγασμοί
καταυδάω
καταῦθι
καταυλέω
καταυλίζομαι
καταυτόθι
καταυχέω
καταφαγεῖν
καταφαίνω
κατεφᾱ́μιξα
καταφανής
κατάφαρκτος
καταφαρμακεύω
View word page
κατ-αῦθι
καταῦθιadvin that placethereAR.

ShortDef

again, once more

Debugging

Headword:
καταῦθι
Headword (normalized):
καταῦθι
Headword (normalized/stripped):
καταυθι
IDX:
21884
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-21885
Key:
καταῦθι

Data

{'headword_display': '<b>κατ-αῦθι</b>', 'content': '<AdvE><vHG><HL>κατ<hyph/>αῦθι</HL><PS>adv</PS></vHG><advS1><Def>in that place</Def><Tr>there</Tr><Au>AR.</Au></advS1></AdvE>', 'key': 'καταῦθι'}