Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

καταπειρητηρίη
καταπελεμίζω
καταπελτάζω
καταπέλτης
καταπέμπω
καταπεπταμένος
καταπεπτηυῖα
καταπέπωκα
κατά περ
καταπέρδομαι
καταπερίειμι
καταπερονάω
καταπέσσω
καταπετάννῡμι
καταπέτασμα
καταπέτομαι
καταπετρόομαι
καταπεφρονηκότως
καταπήγνῡμι
καταπηδάω
καταπῑαίνομαι
View word page
κατα-περίειμι
καταπερίειμιvbπερίειμι1 surpassw.gen.rivalsw.dat.in certain qualitiesPlb.

ShortDef

surpass, have the advantage of

Debugging

Headword:
καταπερίειμι
Headword (normalized):
καταπερίειμι
Headword (normalized/stripped):
καταπεριειμι
IDX:
21626
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-21627
Key:
καταπερίειμι

Data

{'headword_display': '<b>κατα-περίειμι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>κατα<hyph/>περίειμι</HL><PS>vb</PS><Ety><Ref>περίειμι<Hm>1</Hm></Ref></Ety></vHG> <vS1> <Tr>surpass</Tr><Cmpl><GLbl>w.gen.</GLbl>rivals<Expl><GLbl>w.dat.</GLbl>in certain qualities</Expl><Au>Plb.</Au></Cmpl> </vS1> </VE>', 'key': 'καταπερίειμι'}