Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κατᾶξαι
καταξαίνω
καταξενόομαι
καταξηραίνομαι
καταξιοπιστέομαι
κατάξιος
καταξιόω
καταξίωσις
κατᾱ́ξω
καταπαγίως
καταπαιδεραστέω
καταπαλαίω
καταπάλτης
κατάπαστος
καταπατέω
καταπάττω
κατάπαυμα
κατάπαυσις
καταπαύω
καταπεδάω
καταπειλέω
View word page
κατα-παιδεραστέω
καταπαιδεραστέωcontr.vb use up on pederastysquander on chasing boysan inheritanceIs.

ShortDef

waste in pederasty

Debugging

Headword:
καταπαιδεραστέω
Headword (normalized):
καταπαιδεραστέω
Headword (normalized/stripped):
καταπαιδεραστεω
IDX:
21603
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-21604
Key:
καταπαιδεραστέω

Data

{'headword_display': '<b>κατα-παιδεραστέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>κατα<hyph/>παιδεραστέω</HL><PS>contr.vb</PS></vHG> <vS1> <Def>use up on pederasty</Def><Tr>squander on chasing boys</Tr><Obj>an inheritance<Au>Is.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'καταπαιδεραστέω'}