Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κατανᾱλίσκω
κατανάσσω
καταναυμαχέω
κατανείφω
κατανέμω
κατανεύω
κατανεφόω
κατανέω
κατανέω
κατανήλισκον
κατανθρακόομαι
κατανίσσομαι
κατανίσταμαι
κατανῑ́φω
κατανοέω
κατανόημα
κατανόησις
κατᾱ́νομαι
κατανομοθετέω
κατανοστέω
κατανοτίζω
View word page
κατ-ανθρακόομαι
κατανθρακόομαιpass.contr.vb pf.of a person's bodybe burned to cindersS.of the Cyclopshavew.acc.his eyeburned to cindersE.Cyc.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κατανθρακόομαι
Headword (normalized):
κατανθρακόομαι
Headword (normalized/stripped):
κατανθρακοομαι
IDX:
21573
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-21574
Key:
κατανθρακόομαι

Data

{'headword_display': '<b>κατ-ανθρακόομαι</b>', 'content': "<VE><vHG><HL>κατ<hyph/>ανθρακόομαι</HL><PS>pass.contr.vb</PS></vHG> <vS1> <vSGrm><GLbl>pf.</GLbl><Indic>of a person's body</Indic><Def>be burned to cinders</Def><Au>S.</Au><vS2><Indic>of the Cyclops</Indic><Def>have<Prnth><GLbl>w.acc.</GLbl>his eye</Prnth>burned to cinders</Def><Au>E.<Wk>Cyc.</Wk></Au></vS2></vSGrm> </vS1> </VE>", 'key': 'κατανθρακόομαι'}