Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

καταλογάδην
καταλογεύς
καταλογή
καταλογίζομαι
κατάλογος
κατάλοιπος
καταλοκίζομαι
καταλούομαι
κατᾱλοφάδεια
καταλοχίζω
καταλοχισμός
κατάλυμα
καταλῡμαίνομαι
καταλύσιμος
κατάλυσις
καταλύτης
καταλῡ́ω
καταλωβάω
καταλωφάω
καταμαλακίζομαι
καταμανθάνω
View word page
καταλοχισμός
καταλοχισμόςοῦm formation of companiesPlu.

ShortDef

distribution into bodies

Debugging

Headword:
καταλοχισμός
Headword (normalized):
καταλοχισμός
Headword (normalized/stripped):
καταλοχισμος
IDX:
21508
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-21509
Key:
καταλοχισμός

Data

{'headword_display': '<b>καταλοχισμός</b>', 'content': '<NE><HG><HL>καταλοχισμός</HL><Infl>οῦ</Infl><PS>m</PS></HG> <nS1><Tr>formation of companies</Tr><Au>Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'καταλοχισμός'}