Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κατακόσμησις
κατακούω
κατακρᾱ́ζω
κατακρατέω
κατακρεμάννῡμι
κατακρεοργέομαι
κατακρημνάομαι
κατακρημνίζω
κατακρίμναμαι
κατακρῑ́νω
κατακροταλίζω
κατακρούω
κατακρύπτω
κατακρυφᾱ́
κατακρώζω
κατακτάμεν
κατακτάομαι
κατακτεατίζομαι
κατακτείνω
κατάκτησις
κατακτός
View word page
κατα-κροταλίζω
κατακροταλίζωvb of Amazons, performing a war-dancemake a drumming sounddrumw.dat.w. their feetCall.

ShortDef

make a loud rattling noise

Debugging

Headword:
κατακροταλίζω
Headword (normalized):
κατακροταλίζω
Headword (normalized/stripped):
κατακροταλιζω
IDX:
21445
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-21446
Key:
κατακροταλίζω

Data

{'headword_display': '<b>κατα-κροταλίζω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>κατα<hyph/>κροταλίζω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1> <Indic>of Amazons, performing a war-dance</Indic><Def>make a drumming sound</Def><Tr>drum</Tr><Cmpl><GLbl>w.dat.</GLbl>w. their feet<Au>Call.</Au></Cmpl> </vS1> </VE>', 'key': 'κατακροταλίζω'}