Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κατακερτομέω
κατακῆαι
κατακηλέω
κατακηρόω
κατακηρύσσω
κατᾳκίζω
κατακλαίω
κατακλάω
κατάκλειστος
κατακλείω
κατακληῑ́ς
κατακληρονομέω
κατακληρόομαι
κατακληρουχέω
κατακλῄς
κατακλῄω
κατακλῑ́νω
κατάκλισις
κατακλύζω
κατακλυσμός
κατακλύω
View word page
κατακληῑ́ς
κατακληῑ́ςep.fseeκατακλῄς

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κατακληῑ́ς
Headword (normalized):
κατακληῑ́ς
Headword (normalized/stripped):
κατακληις
IDX:
21402
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-21403
Key:
κατακληῑ́ς

Data

{'headword_display': '<b>κατακληῑ́ς</b>', 'content': '<XE><HG><HL>κατακληῑ́ς</HL><PS>ep.f</PS></HG><XR>see<Ref>κατακλῄς</Ref></XR> </XE>', 'key': 'κατακληῑ́ς'}