Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κατᾱ̄ίγδην
καταιγίζω
καταιγίς
καταιδέομαι
καταιθαλόω
καταιθύσσω
καταίθω
καταικίζω
καταίνεσις
καταινέω
κατᾱῑ́ξ
καταιρέω
καταίρω
καταισθάνομαι
καταίσιος
κατᾱίσσω
καταισχυντήρ
καταισχῡ́νω
καταΐσχω
καταιτιάομαι
καταῖτυξ
View word page
κατᾱῑ́ξ
κατᾱῑ́ξῑκοςep.fκατᾱίσσω violent squall descending from abovegale, gustw.gen.of windCall. AR.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κατᾱῑ́ξ
Headword (normalized):
κατᾱῑ́ξ
Headword (normalized/stripped):
καταιξ
IDX:
21359
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-21360
Key:
κατᾱῑ́ξ

Data

{'headword_display': '<b>κατᾱῑ́ξ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>κατᾱῑ́ξ</HL><Infl>ῑκος</Infl><PS>ep.f</PS><Ety><Ref>κατᾱίσσω</Ref></Ety></HG> <nS1><Def>violent squall descending from above</Def><nS2><Tr>gale, gust<Expl><GLbl>w.gen.</GLbl>of wind</Expl></Tr><Au>Call. AR.</Au></nS2></nS1></NE>', 'key': 'κατᾱῑ́ξ'}