Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κατᾱθλέω
καταθλῑ́βομαι
καταθνῄσκω
καταθνητός
καταθορυβέομαι
καταθραύω
καταθρηνέω
καταθρῴσκω
καταθῡμέω
καταθῡ́μιος
καταθῡ́ω
καταθωρᾱκίζομαι
καταιβάτης
καταιβατός
κατᾱ̄ίγδην
καταιγίζω
καταιγίς
καταιδέομαι
καταιθαλόω
καταιθύσσω
καταίθω
View word page
κατα-θῡ́ω
καταθῡ́ωvbθῡ́ω1 offer in sacrificeanimals, a personsts. w.dat.to a godHdt. X. Plu. offer to a goda harvest, a titheX. Plu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
καταθῡ́ω
Headword (normalized):
καταθῡ́ω
Headword (normalized/stripped):
καταθυω
IDX:
21345
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-21346
Key:
καταθῡ́ω

Data

{'headword_display': '<b>κατα-θῡ́ω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>κατα<hyph/>θῡ́ω</HL><PS>vb</PS><Ety><Ref>θῡ́ω<Hm>1</Hm></Ref></Ety></vHG> <vS1> <Tr>offer in sacrifice</Tr><Obj>animals, a person<Expl>sts. <GLbl>w.dat.</GLbl>to a god</Expl><Au>Hdt. X. Plu.</Au></Obj> </vS1> <vS1><Tr>offer to a god</Tr><Obj>a harvest, a tithe<Au>X. Plu.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'καταθῡ́ω'}