Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

καταγελάω
κατάγελως
καταγέμω
καταγηράσκω
καταγιγαρτίζω
καταγιγνώσκω
καταγίζω
καταγῑνέω
καταγῑ́νομαι
καταγλωττίζω
καταγλωττίσματα
κάταγμα
κατᾱ́γνῡμι
κατάγνωσις
καταγοητεύω
κατάγομος
καταγοράζω
καταγορεύω
καταγραφή
καταγράφω
κατάγχω
View word page
καταγλωττίσματα
καταγλωττίσματατωνn.pl kisses involving the tongueFrench kissesAr.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
καταγλωττίσματα
Headword (normalized):
καταγλωττίσματα
Headword (normalized/stripped):
καταγλωττισματα
IDX:
21243
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-21244
Key:
καταγλωττίσματα

Data

{'headword_display': '<b>καταγλωττίσματα</b>', 'content': '<NE><HG><HL>καταγλωττίσματα</HL><Infl>των</Infl><PS>n.pl</PS></HG> <nS1><Def>kisses involving the tongue</Def><Tr>French kisses</Tr><Au>Ar.</Au></nS1></NE>', 'key': 'καταγλωττίσματα'}