Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κασσίτερος
Κασταλίᾱ
καστόριαι
καστόρνῡμι
κάστωρ
Κάστωρ
κάσχεθε
κασώρειον
κατά
καταβάδην
καταβαθμός
καταβαίνω
καταβακχιόομαι
καταβάλλω
καταβάπτομαι
καταβαρέω
καταβαρῡ́νομαι
καταβᾱ́ς
κατάβασις
καταβασμός
καταβατέον
View word page
κατα-βαθμός
καταβαθμός
Att.καταβασμός
οῦm
place where a river descends rapidlyrapids, cataractof the NileA. Plb.

ShortDef

descent, Catabathmus

Debugging

Headword:
καταβαθμός
Headword (normalized):
καταβαθμός
Headword (normalized/stripped):
καταβαθμος
IDX:
21183
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-21184
Key:
καταβαθμός

Data

{'headword_display': '<b>κατα-βαθμός</b>', 'content': '<NE><HG><HL>κατα<hyph/>βαθμός</HL><DL><Lbl>Att.</Lbl><FmHL>καταβασμός</FmHL></DL><Infl>οῦ</Infl><PS>m</PS></HG> <nS1><Def>place where a river descends rapidly</Def><nS2><Tr>rapids, cataract<Expl>of the Nile</Expl></Tr><Au>A. Plb.</Au></nS2></nS1></NE>', 'key': 'καταβαθμός'}