Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κασαλβάζω
κασαλβάς
κασᾶς
κασίᾱ
κασιγνήτη
κασίγνητος
κάσις
Κασσάνδρᾱ
κασσίτερος
Κασταλίᾱ
καστόριαι
καστόρνῡμι
κάστωρ
Κάστωρ
κάσχεθε
κασώρειον
κατά
καταβάδην
καταβαθμός
καταβαίνω
καταβακχιόομαι
View word page
καστόριαι
καστόριαιῶνf.plperh.reltd. Κάστωρ Kastorian houndsref. to a breed of dogX.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
καστόριαι
Headword (normalized):
καστόριαι
Headword (normalized/stripped):
καστοριαι
IDX:
21175
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-21176
Key:
καστόριαι

Data

{'headword_display': '<b>καστόριαι</b>', 'content': '<NE><HG><HL>καστόριαι</HL><Infl>ῶν</Infl><PS>f.pl</PS><Ety>perh.reltd. <Ref>Κάστωρ</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>Kastorian hounds<Expl>ref. to a breed of dog</Expl></Tr><Au>X.</Au></nS1></NE>', 'key': 'καστόριαι'}