Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κανδύτᾱνες
κάνεον
κάνης
κανηφορέω
κανηφορίᾱ
κανηφόρος
κάνθαρος
κανθήλια
κανθήλιος
κανθοί
κάνθων
κάνναβις
κάνναθρον
κάνναι
καννεύσᾱς
κανονίζω
κανονίς
κανοῦν
κάνυστρον
κανῶ
Κάνωβος
View word page
κάνθων
κάνθωνωνοςmreltd.κανθήλιος donkey, pack-assAr.w. play on κάνθαρος 1Ar.

ShortDef

a pack-ass

Debugging

Headword:
κάνθων
Headword (normalized):
κάνθων
Headword (normalized/stripped):
κανθων
IDX:
21025
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-21026
Key:
κάνθων

Data

{'headword_display': '<b>κάνθων</b>', 'content': '<NE><HG><HL>κάνθων</HL><Infl>ωνος</Infl><PS>m</PS><Ety>reltd.<Ref>κανθήλιος</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>donkey, pack-ass</Tr><Au>Ar.</Au><nS2><Indic>w. play on <Ref>κάνθαρος</Ref> 1</Indic><Au>Ar.</Au></nS2></nS1></NE>', 'key': 'κάνθων'}