Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

κάν
κᾱ̓́ν
κανᾱφόρος
καναχᾱ́πους
καναχέω
καναχή
καναχηδά
καναχής
καναχίζω
κάνδαυλος
κάνδυς
κανδύτᾱνες
κάνεον
κάνης
κανηφορέω
κανηφορίᾱ
κανηφόρος
κάνθαρος
κανθήλια
κανθήλιος
κανθοί
View word page
κάνδυς
κάνδυςυοςmloanwd. sleeved Persian overgarmentjacket, coatX. Plu.

ShortDef

a Median cloak with sleeves

Debugging

Headword:
κάνδυς
Headword (normalized):
κάνδυς
Headword (normalized/stripped):
κανδυς
IDX:
21014
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-21015
Key:
κάνδυς

Data

{'headword_display': '<b>κάνδυς</b>', 'content': '<NE><HG><HL>κάνδυς</HL><Infl>υος</Infl><PS>m</PS><Ety>loanwd.</Ety></HG> <nS1><Def>sleeved Persian overgarment</Def><Tr>jacket, coat</Tr><Au>X. Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'κάνδυς'}