Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

καμψιδίαυλος
καμψίπους
κάμψις
κάν
κᾱ̓́ν
κανᾱφόρος
καναχᾱ́πους
καναχέω
καναχή
καναχηδά
καναχής
καναχίζω
κάνδαυλος
κάνδυς
κανδύτᾱνες
κάνεον
κάνης
κανηφορέω
κανηφορίᾱ
κανηφόρος
κάνθαρος
View word page
καναχής
καναχήςέςadj of tearssplashingA.

ShortDef

plashing

Debugging

Headword:
καναχής
Headword (normalized):
καναχής
Headword (normalized/stripped):
καναχης
IDX:
21011
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-21012
Key:
καναχής

Data

{'headword_display': '<b>καναχής</b>', 'content': '<AE><HG><HL>καναχής</HL><Infl>ές</Infl><PS>adj</PS></HG> <aS1><Indic>of tears</Indic><Tr>splashing</Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>', 'key': 'καναχής'}