Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

καμμῡ́ω
κάμνω
καμπή
κάμπιμος
καμπτήρ
καμπτός
κάμπτω
καμπύλος
καμψιδίαυλος
καμψίπους
κάμψις
κάν
κᾱ̓́ν
κανᾱφόρος
καναχᾱ́πους
καναχέω
καναχή
καναχηδά
καναχής
καναχίζω
κάνδαυλος
View word page
κάμψις
κάμψιςεωςf bendingof limbsPl.jointof a limb or sim.Arist.

ShortDef

bending

Debugging

Headword:
κάμψις
Headword (normalized):
κάμψις
Headword (normalized/stripped):
καμψις
IDX:
21003
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-21004
Key:
κάμψις

Data

{'headword_display': '<b>κάμψις</b>', 'content': '<NE><HG><HL>κάμψις</HL><Infl>εως</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>bending<Expl>of limbs</Expl></Tr><Au>Pl.</Au></nS1><nS1><Tr>joint<Expl>of a limb or sim.</Expl></Tr><Au>Arist.</Au></nS1></NE>', 'key': 'κάμψις'}