Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

καμάκινος
κάμαξ
καμάρη
καματηρός
κάματος
καματώδης
καμεῖν
κάμηλος
κάμῑνος
καμῑνώ
καμμονίη
κάμμορος
καμμῡ́ω
κάμνω
καμπή
κάμπιμος
καμπτήρ
καμπτός
κάμπτω
καμπύλος
καμψιδίαυλος
View word page
καμμονίη
καμμονίηηςep.Ion.freltd.καταμονή power of enduranceIl.

ShortDef

the reward of endurance

Debugging

Headword:
καμμονίη
Headword (normalized):
καμμονίη
Headword (normalized/stripped):
καμμονιη
IDX:
20991
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-20992
Key:
καμμονίη

Data

{'headword_display': '<b>καμμονίη</b>', 'content': '<NE><HG><HL>καμμονίη</HL><Infl>ης</Infl><PS>ep.Ion.f</PS><Ety>reltd.<Ref>καταμονή</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>power of endurance</Tr><Au>Il.</Au></nS1></NE>', 'key': 'καμμονίη'}