Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

καλλωπιστής
καλοκᾱγαθίᾱ
καλοκᾱγαθικός
κᾶλον
κᾱλοπέδῑλα
καλοποιέω
καλός
κάλος
κάλος
κάλπις
κάλτιος
καλύβη
καλυκοστέφανος
καλυκῶπις
κάλυμμα
κάλυξ
καλυπτός
καλύπτρᾱ
καλύπτω
κάλχᾱ
καλχαίνω
View word page
κάλτιος
κάλτιοςmseeκάλκιος

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κάλτιος
Headword (normalized):
κάλτιος
Headword (normalized/stripped):
καλτιος
IDX:
20963
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-20964
Key:
κάλτιος

Data

{'headword_display': '<b>κάλτιος</b>', 'content': '<XE><HG><HL>κάλτιος</HL><PS>m</PS></HG><XR>see<Ref>κάλκιος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'κάλτιος'}