Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀδιόριστος
ᾱ̔́διστος
ἄδιψος
ἀδμής
ἄδμητος
Ἄδμητος
ἀδοιάστως
ἀδόκητος
ἀδοκίμαστος
ἀδόκιμος
ᾱ̓δολεσχέω
ᾱ̓δολέσχης
ᾱ̓δολεσχίᾱ
ᾱ̓δολεσχικός
ἄδολος
ᾱ̔́δομαι
ἅδον
ᾱ̔δονᾱ́
ᾱ̓δονίς
ἀδόξαστος
ἀδοξέω
View word page
ᾱ̓δολεσχέω
ᾱ̓δολεσχέωcontr.vbᾱ̓δολέσχης chatter, babble, prattlePl. X. D. Arist.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ᾱ̓δολεσχέω
Headword (normalized):
ᾱ̓δολεσχέω
Headword (normalized/stripped):
αδολεσχεω
IDX:
2093
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-2094
Key:
ᾱ̓δολεσχέω

Data

{'headword_display': '<b>ᾱ̓δολεσχέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ᾱ̓δολεσχέω</HL><PS>contr.vb</PS><Ety><Ref>ᾱ̓δολέσχης</Ref></Ety></vHG> <vS1><Tr>chatter, babble, prattle</Tr><Au>Pl. X. D. Arist.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'ᾱ̓δολεσχέω'}