Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

καλλιπόταμος
καλλιπρόσωπος
καλλίπρῳρος
καλλίπυργος
καλλιπύργωτος
καλλίπωλος
καλλιρέεθρος
καλλῑρέω
καλλίρροος
καλλιστάδιος
καλλιστεῖον
καλλίστευμα
καλλιστεύω
καλλιστέφανος
κάλλιστος
καλλίσφυρος
καλλίτεκνος
καλλιτεχνίᾱ
καλλίτοξος
καλλιφεγγής
καλλίφθογγος
View word page
καλλιστεῖον
καλλιστεῖονουnκαλλιστεύω prize for beautyE. pl.ref. to a captive womanfairest prizefor military valourS.

ShortDef

the prize of beauty

Debugging

Headword:
καλλιστεῖον
Headword (normalized):
καλλιστεῖον
Headword (normalized/stripped):
καλλιστειον
IDX:
20929
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-20930
Key:
καλλιστεῖον

Data

{'headword_display': '<b>καλλιστεῖον</b>', 'content': '<NE><HG><HL>καλλιστεῖον</HL><Infl>ου</Infl><PS>n</PS><Ety><Ref>καλλιστεύω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>prize for beauty</Tr><Au>E.</Au></nS1> <nS1><SGrm><GLbl>pl.</GLbl><Indic>ref. to a captive woman</Indic><Def>fairest prize<Expl>for military valour</Expl></Def><Au>S.</Au></SGrm></nS1></NE>', 'key': 'καλλιστεῖον'}