Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

καλλιγάλᾱνος
καλλιγένεθλος
καλλιγέφῡρος
καλλίγραπτος
καλλιγύναιξ
καλλίδενδρος
καλλιδῑ́νᾱς
καλλίδιφρος
καλλιδόναξ
καλλιεπέομαι
καλλιεπής
καλλιερέω
καλλιζυγής
καλλίζωνος
καλλίθριξ
καλλίκαρπος
καλλικέρᾱς
καλλικόμᾱς
καλλίκομος
καλλίκρᾱνος
καλλικρήδεμνος
View word page
καλλι-επής
καλλι-επήςέςadjἔπος of a poetusing beautiful languageAr.

ShortDef

elegant in diction

Debugging

Headword:
καλλιεπής
Headword (normalized):
καλλιεπής
Headword (normalized/stripped):
καλλιεπης
IDX:
20891
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-20892
Key:
καλλιεπής

Data

{'headword_display': '<b>καλλι-επής</b>', 'content': '<AE><HG><HL>καλλι-επής</HL><Infl>ές</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>ἔπος</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a poet</Indic><Tr>using beautiful language</Tr><Au>Ar.</Au></aS1></AE>', 'key': 'καλλιεπής'}