Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

καλλίβοτρυς
καλλίβωλος
καλλιγάλᾱνος
καλλιγένεθλος
καλλιγέφῡρος
καλλίγραπτος
καλλιγύναιξ
καλλίδενδρος
καλλιδῑ́νᾱς
καλλίδιφρος
καλλιδόναξ
καλλιεπέομαι
καλλιεπής
καλλιερέω
καλλιζυγής
καλλίζωνος
καλλίθριξ
καλλίκαρπος
καλλικέρᾱς
καλλικόμᾱς
καλλίκομος
View word page
καλλι-δόναξ
καλλι-δόναξακοςmasc.fem.adj of a riverwith beautiful reedsE.

ShortDef

with beautiful reeds

Debugging

Headword:
καλλιδόναξ
Headword (normalized):
καλλιδόναξ
Headword (normalized/stripped):
καλλιδοναξ
IDX:
20889
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-20890
Key:
καλλιδόναξ

Data

{'headword_display': '<b>καλλι-δόναξ</b>', 'content': '<AE><HG><HL>καλλι-δόναξ</HL><Infl>ακος</Infl><PS>masc.fem.adj</PS></HG> <aS1><Indic>of a river</Indic><Tr>with beautiful reeds</Tr><Au>E.</Au></aS1></AE>', 'key': 'καλλιδόναξ'}