Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

καλέω
καλήτωρ
καλῑᾱ́
καλῑάς
καλίκιος
καλινδέομαι
κᾱ́λινος
καλίστρᾱ
καλιστρέω
κάλκιος
κάλλαια
καλλείπω
καλλιβλέφαρος
καλλιβόᾱς
καλλίβοτρυς
καλλίβωλος
καλλιγάλᾱνος
καλλιγένεθλος
καλλιγέφῡρος
καλλίγραπτος
καλλιγύναιξ
View word page
κάλλαια
κάλλαιαωνn.pl wattlesof a cockerel, i.e. its fleshy pendent lobesAr.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κάλλαια
Headword (normalized):
κάλλαια
Headword (normalized/stripped):
καλλαια
IDX:
20875
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-20876
Key:
κάλλαια

Data

{'headword_display': '<b>κάλλαια</b>', 'content': '<NE><HG><HL>κάλλαια</HL><Infl>ων</Infl><PS>n.pl</PS></HG> <nS1><Tr>wattles<Expl>of a cockerel, i.e. its fleshy pendent lobes</Expl></Tr><Au>Ar.</Au></nS1></NE>', 'key': 'κάλλαια'}